Κελάρι στα λιθουανικά
Μετάφραση: κελάρι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rūsys, pusrūsis, rūsyje, rūsio, rūselis, rūsių
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κελάρι
κελάρι διαλεκτό, κελάρι κατασκευή, κελάρι μονεμβασιά, κελάρι του athenaeum, κελάρι της ντροπής, κελάρι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κελάρι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κείμενο στα λιθουανικά - tekstas, teksto, tekstą, tekste, tekstu
- κειμήλιο στα λιθουανικά - brangakmenis, perlas, Jewel, brangenybė, brangenybių
- κελί στα λιθουανικά - ląstelė, ląstelių, mobilųjį, mobiliojo, mobilusis
- κελαρύζω στα λιθουανικά - šnarėjimas, mosikavimas, sumoti, mostagavimas, čiužėti
Τυχαίες λέξεις
Κελάρι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: rūsys, pusrūsis, rūsyje, rūsio, rūselis, rūsių
Μεταφράσεις: rūsys, pusrūsis, rūsyje, rūsio, rūselis, rūsių