Κελάρι στα ουγγρικά

Μετάφραση: κελάρι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pince, pincében, pincébe, pincéjében, borospince
Κελάρι στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κελάρι

κελάρι διαλεκτό, κελάρι κατασκευή, κελάρι μονεμβασιά, κελάρι του athenaeum, κελάρι της ντροπής, κελάρι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κελάρι στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • κείμενο στα ουγγρικά - átutazás, folyosó, áthaladás, menetjegy, szöveg, szöveget, szöveges, ...
  • κειμήλιο στα ουγγρικά - ékszer, ékszert, gyöngyszeme, ékköve, jewel
  • κελί στα ουγγρικά - galvánelem, sejt, cella, sejtes
  • κελαρύζω στα ουγγρικά - fodrozódás, gügyögés, csobogás, hajfodor, suhog, SWISH, suhogását, ...
Τυχαίες λέξεις
Κελάρι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: pince, pincében, pincébe, pincéjében, borospince