Λάσπη στα βουλγαρικά

Μετάφραση: λάσπη, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
цимент, кал, калта, тиня, кална
Λάσπη στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λάσπη

λάσπη στη χολή συμπτώματα, λάσπη από τη νεκρά θάλασσα, λάσπη στη χολή διατροφή, λάσπη συνώνυμα, λάσπη στη χοληδόχο κύστη, λάσπη λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λάσπη στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • λάρνακα στα βουλγαρικά - гробница, урна, капище, олтар, храм, светилище
  • λάσκος στα βουλγαρικά - Laskos
  • λάστιχο στα βουλγαρικά - шина, каучук, гума, гумен, гумена, гумени
  • λάφυρα στα βουλγαρικά - трофеи, плячка, разваля, земни маси, се разваля, плячката
Τυχαίες λέξεις
Λάσπη στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: цимент, кал, калта, тиня, кална