Λάσπη στα ιταλικά

Μετάφραση: λάσπη, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
melma, stillare, cemento, fango, limo, rinsaldare, di fango, fanghi, il fango, del fango
Λάσπη στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λάσπη

λάσπη στη χολή συμπτώματα, λάσπη από τη νεκρά θάλασσα, λάσπη στη χολή διατροφή, λάσπη συνώνυμα, λάσπη στη χοληδόχο κύστη, λάσπη λεξικό γλώσσας ιταλικά, λάσπη στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • λάρνακα στα ιταλικά - urna, santuario, Shrine, sacrario, tempio, sacrario di
  • λάσκος στα ιταλικά - rilasciare, floscio, lasciare, allentato, largo, ampio, rilassato, ...
  • λάστιχο στα ιταλικά - gomma, di gomma, in gomma, caucciù, della gomma
  • λάφυρα στα ιταλικά - saccheggiare, depredare, bottino, spoglie, preda, bottini, guasta
Τυχαίες λέξεις
Λάσπη στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: melma, stillare, cemento, fango, limo, rinsaldare, di fango, fanghi, il fango, del fango