Λάσπη στα τσεχικά

Μετάφραση: λάσπη, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
bahno, mokvat, zacementovat, kal, bláto, pojit, cementovat, nauhličovat, tmel, stékat, prosakovat, stmelit, tmelit, bahna, bahenní, blátě
Λάσπη στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λάσπη

λάσπη στη χολή συμπτώματα, λάσπη από τη νεκρά θάλασσα, λάσπη στη χολή διατροφή, λάσπη συνώνυμα, λάσπη στη χοληδόχο κύστη, λάσπη λεξικό γλώσσας τσεχικά, λάσπη στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • λάρνακα στα τσεχικά - relikviář, popelnice, urna, osudí, kaple, svatyně, Oltář, ...
  • λάσκος στα τσεχικά - pomalý, pomalu, odchlíplý, volně, mdlý, nevázaný, nedbalý, ...
  • λάστιχο στα τσεχικά - pneumatika, pryž, guma, kaučuk, gumy, pryžové
  • λάφυρα στα τσεχικά - zisk, vyloupit, kořist, úlovek, plenit, loupit, vyplenit, ...
Τυχαίες λέξεις
Λάσπη στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: bahno, mokvat, zacementovat, kal, bláto, pojit, cementovat, nauhličovat, tmel, stékat, prosakovat, stmelit, tmelit, bahna, bahenní, blátě