Λάσπη στα δανικά
Μετάφραση: λάσπη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
dynd, cement, mudder, mudderet, slam, mud
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λάσπη
λάσπη στη χολή συμπτώματα, λάσπη από τη νεκρά θάλασσα, λάσπη στη χολή διατροφή, λάσπη συνώνυμα, λάσπη στη χοληδόχο κύστη, λάσπη λεξικό γλώσσας δανικά, λάσπη στα δανικά
Μεταφράσεις
- λάρνακα στα δανικά - helligdom, skrin, Shrine, helligdommen
- λάσκος στα δανικά - sid, frigive, løs, Laskos
- λάστιχο στα δανικά - gummi, af gummi, gummi-, rubber
- λάφυρα στα δανικά - bytte, byttet, ødelægger, skæmmer, forkæler
Τυχαίες λέξεις
Λάσπη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: dynd, cement, mudder, mudderet, slam, mud
Μεταφράσεις: dynd, cement, mudder, mudderet, slam, mud