Νοικοκύρης στα βουλγαρικά
Μετάφραση: νοικοκύρης, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
В момента не работя, домакиня, работя, момента не работя, не работя
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νοικοκύρης
γιώργος νοικοκύρης, νοικοκύρης ετυμολογία, ο νοικοκύρης, νοικοκύρης δερματολόγος, νοικοκύρης λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, νοικοκύρης στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- νοικάρης στα βουλγαρικά - квартирант, Roomer
- νοικιάζω στα βουλγαρικά - наем, под наем, рента, аренда
- νομίζω στα βουλγαρικά - мисля, смятате, мислите
- νομιμότητα στα βουλγαρικά - законност, законността, законосъобразност, законосъобразността, на законността
Τυχαίες λέξεις
Νοικοκύρης στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: В момента не работя, домакиня, работя, момента не работя, не работя
Μεταφράσεις: В момента не работя, домакиня, работя, момента не работя, не работя