Νοικοκύρης στα νορβηγικά

Μετάφραση: νοικοκύρης, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vert, husmor, homemaker, hjemmeværende
Νοικοκύρης στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοικοκύρης

γιώργος νοικοκύρης, νοικοκύρης ετυμολογία, ο νοικοκύρης, νοικοκύρης δερματολόγος, νοικοκύρης λεξικό γλώσσας νορβηγικά, νοικοκύρης στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • νοικάρης στα νορβηγικά - leieboer, roomer
  • νοικιάζω στα νορβηγικά - ansette, leie, leien, utleie, husleie, husleien
  • νομίζω στα νορβηγικά - tro, mene, tenke, tror, mener, tenker, synes
  • νομιμότητα στα νορβηγικά - lovligheten, lovlig, lovlighet, lovlighets, legalitet
Τυχαίες λέξεις
Νοικοκύρης στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: vert, husmor, homemaker, hjemmeværende