Νοικοκύρης στα πολωνικά

Μετάφραση: νοικοκύρης, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
obszarnik, ziemianin, gospodarz, właściciel, domowa, gospodyni domowa, domową, Gospodynią domową, homemaker
Νοικοκύρης στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοικοκύρης

γιώργος νοικοκύρης, νοικοκύρης ετυμολογία, ο νοικοκύρης, νοικοκύρης δερματολόγος, νοικοκύρης λεξικό γλώσσας πολωνικά, νοικοκύρης στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • νοικάρης στα πολωνικά - najemca, wynajemca, dzierżawca, dzierżawić, lokator, Roomer
  • νοικιάζω στα πολωνικά - godzić, najmować, zatrudniać, najem, wynajem, zatrudnić, wynajęcie, ...
  • νομίζω στα πολωνικά - mniemać, zastanawiać, sądzić, myśleć, pomyśleć, uważać, myślę
  • νομιμότητα στα πολωνικά - prawowitość, prawomocność, legalizm, słuszność, zasadność, legalność, prawność, ...
Τυχαίες λέξεις
Νοικοκύρης στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: obszarnik, ziemianin, gospodarz, właściciel, domowa, gospodyni domowa, domową, Gospodynią domową, homemaker