Ξοδεύω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ξοδεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
прекарвам, харча, прекарват, прекарат, прекарате
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξοδεύω
ξοδεύω συνώνυμο, ξοδεύω συνώνυμα, ξοδεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ξοδεύω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ξιφασκία στα βουλγαρικά - фехтовка, огради, ограда, заграждения, ограждане
- ξιφολόγχη στα βουλγαρικά - щик, байонет, байонетно, байонетен, байонетна
- ξυλεία στα βουλγαρικά - гора, дървета, дървен материал, дървесина, дървен, на дървен материал
- ξυλώδης στα βουλγαρικά - дървесен, Уди, на Уди, дървесна, дървесната
Τυχαίες λέξεις
Ξοδεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: прекарвам, харча, прекарват, прекарат, прекарате
Μεταφράσεις: прекарвам, харча, прекарват, прекарат, прекарате