Ξοδεύω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: ξοδεύω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
поминат, поминуваат, потрошат, трошат, потроши
Ξοδεύω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξοδεύω

ξοδεύω συνώνυμο, ξοδεύω συνώνυμα, ξοδεύω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ξοδεύω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ξιφασκία στα σλαβομακεδονικά - мечување, ограда, оградување, во мечување, огради
  • ξιφολόγχη στα σλαβομακεδονικά - бајонет, бајонетот, бајонетска, бајонети, бајонетот налетувам
  • ξυλεία στα σλαβομακεδονικά - дрва, дрво, дрвена граѓа, дрвна, граѓа
  • ξυλώδης στα σλαβομακεδονικά - Вуди, дрвенести, дрвести, Woody, дрвни
Τυχαίες λέξεις
Ξοδεύω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: поминат, поминуваат, потрошат, трошат, потроши