Ξοδεύω στα λιθουανικά
Μετάφραση: ξοδεύω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
praleisti, išleisti, praleidžia, leisti, mokėti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξοδεύω
ξοδεύω συνώνυμο, ξοδεύω συνώνυμα, ξοδεύω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ξοδεύω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ξιφασκία στα λιθουανικά - tvora, tvoros, aptvarai, aptvarus, aptvarai iš, aptvėrimo
- ξιφολόγχη στα λιθουανικά - durtuvas, jungiamojo kaiščio, bayonet, bajoneto, kaiščio
- ξυλεία στα λιθουανικά - miškas, mediena, medienos, medieną, miškovežis
- ξυλώδης στα λιθουανικά - miškingas, sumedėjęs, sumedėjusių, woody, sumedėjusi
Τυχαίες λέξεις
Ξοδεύω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: praleisti, išleisti, praleidžia, leisti, mokėti
Μεταφράσεις: praleisti, išleisti, praleidžia, leisti, mokėti