Παθητικά στα βουλγαρικά
Μετάφραση: παθητικά, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пасивен, пасивна, пасивно, пасивни, пасивното
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παθητικά
παθητικά σπίτια, παθητικά ρήματα, παθητικά φίλτρα, παθητικά επιθετική συμπεριφορά, παθητικά κτίρια, παθητικά λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, παθητικά στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- παζαρεύω στα βουλγαρικά - сделка, трампа, дребна сделка, дребна стока
- παθαίνω στα βουλγαρικά - получавам, да получа, получа, ли да получа, аз се
- παθητικό στα βουλγαρικά - отговорност, пасив, пасиви, задължения, пасивите
- παθητικός στα βουλγαρικά - пасивен, пасивна, пасивно, пасивни, пасивното
Τυχαίες λέξεις
Παθητικά στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пасивен, пасивна, пасивно, пасивни, пасивното
Μεταφράσεις: пасивен, пасивна, пасивно, пасивни, пасивното