Παθητικά στα πολωνικά

Μετάφραση: παθητικά, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
biernie, pasywny, bierny, bezwolny, pasywne, bierne
Παθητικά στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παθητικά

παθητικά σπίτια, παθητικά ρήματα, παθητικά φίλτρα, παθητικά επιθετική συμπεριφορά, παθητικά κτίρια, παθητικά λεξικό γλώσσας πολωνικά, παθητικά στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • παζαρεύω στα πολωνικά - kupno, transakcja, umawiać, interes, okazja, umowa, targować, ...
  • παθαίνω στα πολωνικά - tolerować, wycierpieć, znosić, cierpieć, chorować, ponieść, mam, ...
  • παθητικό στα πολωνικά - odpowiedzialność, obciążenie, zobowiązanie, obligo, zobowiązania, pasywa, zobowiązań, ...
  • παθητικός στα πολωνικά - pasywny, bezwolny, bierny, bezprocentowy, pasywne, bierne
Τυχαίες λέξεις
Παθητικά στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: biernie, pasywny, bierny, bezwolny, pasywne, bierne