Παθητικά στα πορτογαλικά

Μετάφραση: παθητικά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
passiva, passivo, passivos, passivas, passive
Παθητικά στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παθητικά

παθητικά σπίτια, παθητικά ρήματα, παθητικά φίλτρα, παθητικά επιθετική συμπεριφορά, παθητικά κτίρια, παθητικά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παθητικά στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • παζαρεύω στα πορτογαλικά - negócio, pechinchar, negociar, Dicker, barganhar, regatear
  • παθαίνω στα πορτογαλικά - aguentar, suportar, subitamente, tolerar, sofrer, sofra, padecer, ...
  • παθητικό στα πορτογαλικά - responsabilidade, obrigação, endividamento, passivo, obrigações, passivos, responsabilidades, ...
  • παθητικός στα πορτογαλικά - passiva, passivo, passivos, passivas, passive
Τυχαίες λέξεις
Παθητικά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: passiva, passivo, passivos, passivas, passive