Παθητικά στα τσεχικά

Μετάφραση: παθητικά, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pasivně, pasivní, pasivním, pasivního, pasivních
Παθητικά στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παθητικά

παθητικά σπίτια, παθητικά ρήματα, παθητικά φίλτρα, παθητικά επιθετική συμπεριφορά, παθητικά κτίρια, παθητικά λεξικό γλώσσας τσεχικά, παθητικά στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • παζαρεύω στα τσεχικά - transakce, kšeft, obchod, smlouva, věc, ujednání, koupě, ...
  • παθαίνω στα τσεχικά - vydržet, utrpení, trápení, zakusit, přetrpět, trpět, prodělat, ...
  • παθητικό στα τσεχικά - odpovědnost, povinnost, závazek, závazky, pasiva, závazků, pasiv
  • παθητικός στα τσεχικά - bezvládný, trpný, pasivní, pasivním, pasivního, pasivních, pasivně
Τυχαίες λέξεις
Παθητικά στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: pasivně, pasivní, pasivním, pasivního, pasivních