Παθητικά στα ρωσικά

Μετάφραση: παθητικά, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пассивный, пассивная, пассивной, пассивным, пассивное
Παθητικά στα ρωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παθητικά

παθητικά σπίτια, παθητικά ρήματα, παθητικά φίλτρα, παθητικά επιθετική συμπεριφορά, παθητικά κτίρια, παθητικά λεξικό γλώσσας ρωσικά, παθητικά στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • παζαρεύω στα ρωσικά - соглашение, сделка, дешёвка, находить, рубить, придираться, кромсать, ...
  • παθαίνω στα ρωσικά - испытывать, стонать, претерпеть, мучиться, претерпевать, вытерпеть, сносить, ...
  • παθητικό στα ρωσικά - помеха, склонность, подверженность, задолженность, ответственность, долг, подчинение, ...
  • παθητικός στα ρωσικά - страдательный, безынициативный, бездеятельность, бездейственный, бездеятельный, покорный, инертный, ...
Τυχαίες λέξεις
Παθητικά στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: пассивный, пассивная, пассивной, пассивным, пассивное