Παθητικά στα ισλανδικά

Μετάφραση: παθητικά, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
aðgerðalaus, óbeinum, óvirkur, óbeinar, óvirkt
Παθητικά στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παθητικά

παθητικά σπίτια, παθητικά ρήματα, παθητικά φίλτρα, παθητικά επιθετική συμπεριφορά, παθητικά κτίρια, παθητικά λεξικό γλώσσας ισλανδικά, παθητικά στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • παζαρεύω στα ισλανδικά - kaup, dicker
  • παθαίνω στα ισλανδικά - ég fæ, ég, ég fengið, ég fá, fæ ég
  • παθητικό στα ισλανδικά - skuldir, skuldbindingar, skulda, skuldum, skuldir sem
  • παθητικός στα ισλανδικά - aðgerðalaus, óbeinum, óvirkur, óbeinar, óvirkt
Τυχαίες λέξεις
Παθητικά στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: aðgerðalaus, óbeinum, óvirkur, óbeinar, óvirkt