Πιστοποιητικό στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πιστοποιητικό, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
препоръка, сертификат, удостоверение, сертификат за, свидетелство
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιστοποιητικό
πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας, πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, πιστοποιητικό γεννήσεως, πιστοποιητικό ταυτοπροσωπίας, πιστοποιητικό υγείας, πιστοποιητικό λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πιστοποιητικό στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πισινός στα βουλγαρικά - приклад, задника, челно, дупето, задник
- πιστεύω στα βουλγαρικά - повярвам, вярвам, вярваме, вярват
- πιστοποιώ στα βουλγαρικά - удостоверявам, потвърждавам, удостовери
- πιστωτής στα βουλγαρικά - кредитор, кредитора, кредитори, кредиторът
Τυχαίες λέξεις
Πιστοποιητικό στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: препоръка, сертификат, удостоверение, сертификат за, свидетелство
Μεταφράσεις: препоръка, сертификат, удостоверение, сертификат за, свидетелство