Πιστοποιητικό στα ιταλικά
Μετάφραση: πιστοποιητικό, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
certificato, attestato, certificato di, certificati, certificazione
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιστοποιητικό
πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας, πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, πιστοποιητικό γεννήσεως, πιστοποιητικό ταυτοπροσωπίας, πιστοποιητικό υγείας, πιστοποιητικό λεξικό γλώσσας ιταλικά, πιστοποιητικό στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- πισινός στα ιταλικά - retro, sedere, ergere, elevare, educare, sollevare, didietro, ...
- πιστεύω στα ιταλικά - ritenere, supporre, credere, opinare, pensare, a credere, credere che, ...
- πιστοποιώ στα ιταλικά - testimoniare, attestare, vidimare, autenticare, giurare, certificare, certifica, ...
- πιστωτής στα ιταλικά - creditore, creditori, del creditore, creditrice
Τυχαίες λέξεις
Πιστοποιητικό στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: certificato, attestato, certificato di, certificati, certificazione
Μεταφράσεις: certificato, attestato, certificato di, certificati, certificazione