Προσωρινός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: προσωρινός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
временен, временно, временна, временното, срочно
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσωρινός
προσωρινός πίνακας κατάταξης στο πρόγραμμα «κοινωφελούς εργασίας», προσωρινός στα αγγλικά, προσωρινός βηματοδότης, προσωρινόσ ενεργειακόσ επιθεωρητήσ, προσωρινός φόρος, προσωρινός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, προσωρινός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- προσωποποιώ στα βουλγαρικά - представям, олицетворявам, представяте за, се представяте за, да се представяте
- προσωρινά στα βουλγαρικά - временно, временно да, временно се, временна
- προσόν στα βουλγαρικά - добродетел, квалификация, квалификацията, квалификационна, квалификационната
- προτέρημα στα βουλγαρικά - добродетел, предимство, преимущество, възползват, възползва, възползвате
Τυχαίες λέξεις
Προσωρινός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: временен, временно, временна, временното, срочно
Μεταφράσεις: временен, временно, временна, временното, срочно