Προσωρινός στα φινλανδικά
Μετάφραση: προσωρινός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tilapäinen, väliaikainen, väliaikaisen, tilapäisen, väliaikaista
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσωρινός
προσωρινός πίνακας κατάταξης στο πρόγραμμα «κοινωφελούς εργασίας», προσωρινός στα αγγλικά, προσωρινός βηματοδότης, προσωρινόσ ενεργειακόσ επιθεωρητήσ, προσωρινός φόρος, προσωρινός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, προσωρινός στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- προσωποποιώ στα φινλανδικά - henkilöityä, henkilöidä, imitoida, matkia, esiintyä, tekeytyä, matkimaan
- προσωρινά στα φινλανδικά - väliaikaisesti, tilapäisesti, väliaikaisesta
- προσόν στα φινλανδικά - avu, siveys, hyve, arvo, hyveellisyys, siveellisyys, pätevyys, ...
- προτέρημα στα φινλανδικά - etu, valtti, siveellisyys, etuus, hyveellisyys, ansio, kyky, ...
Τυχαίες λέξεις
Προσωρινός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tilapäinen, väliaikainen, väliaikaisen, tilapäisen, väliaikaista
Μεταφράσεις: tilapäinen, väliaikainen, väliaikaisen, tilapäisen, väliaikaista