Χέρι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: χέρι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
оръжие, ръка, ръката, страна, ръчно
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χέρι
χέρι ρομπέρτο κάρλος, χέρι της φατιμά, χέρι με χέρι, χέρι στισ καταθέσεισ, χέρι μανιάτη, χέρι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, χέρι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- χάσιμο στα βουλγαρικά - потеря, загуби, загуба, загуба на, загубата, загубата на
- χάσμα στα βουλγαρικά - залив, празнина, пролука, пропуск, междина, пропаст
- χέρσος στα βουλγαρικά - угар, лопатар, угари, лопатари, елен лопатар
- χήρος στα βουλγαρικά - вдовец, вдовица, вдовци, за вдовци
Τυχαίες λέξεις
Χέρι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: оръжие, ръка, ръката, страна, ръчно
Μεταφράσεις: оръжие, ръка, ръката, страна, ръчно