Εξοργισμένος στα γαλλικά
Μετάφραση: εξοργισμένος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bleu, livide, furieux, furieuse, colère, fureur, en colère
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξοργισμένος
εξοργισμένος λεξικό γλώσσας γαλλικά, εξοργισμένος στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- εξορίζω στα γαλλικά - fugitif, émigré, bannissement, déporté, réfugié, banni, exilez, ...
- εξοργίζω στα γαλλικά - aggraver, exciter, tourmenter, horripiler, envenimer, emmerder, agacer, ...
- εξορκίζω στα γαλλικά - adjurer, conjurer, conjurez, conjurent, réquisition, conjurons, charmer, ...
- εξουσία στα γαλλικά - bureau, sève, capacité, empire, magnat, direction, charge, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξοργισμένος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: bleu, livide, furieux, furieuse, colère, fureur, en colère
Μεταφράσεις: bleu, livide, furieux, furieuse, colère, fureur, en colère