Εξοργισμένος στα νορβηγικά
Μετάφραση: εξοργισμένος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rasende, voldsomme, voldsomt, forrykende, furious
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξοργισμένος
εξοργισμένος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εξοργισμένος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- εξορίζω στα νορβηγικά - landflyktighet, eksil, henvise, relegate, henvise de, degradere, Fei til
- εξοργίζω στα νορβηγικά - ergre, irritere
- εξορκίζω στα νορβηγικά - bønnfalle, trylle, exorcize
- εξουσία στα νορβηγικά - makt, kraft, autorisasjon, dyktighet, kontor, byrå, myndighet, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξοργισμένος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: rasende, voldsomme, voldsomt, forrykende, furious
Μεταφράσεις: rasende, voldsomme, voldsomt, forrykende, furious