Εξοργισμένος στα σλοβενικά
Μετάφραση: εξοργισμένος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
besno, besni, besen, besna, jezen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξοργισμένος
εξοργισμένος λεξικό γλώσσας σλοβενικά, εξοργισμένος στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- εξορίζω στα σλοβενικά - emigrant, Otpraviti, Protjerati, potisnil, bi potisnil
- εξοργίζω στα σλοβενικά - podražit, Razbjesniti
- εξορκίζω στα σλοβενικά - exorcize
- εξουσία στα σλοβενικά - mo, síla, možnost, produ, moč, power, moči, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξοργισμένος στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: besno, besni, besen, besna, jezen
Μεταφράσεις: besno, besni, besen, besna, jezen