Εξοργισμένος στα ισλανδικά

Μετάφραση: εξοργισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
trylltur, reiður, brjálaður
Εξοργισμένος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξοργισμένος

εξοργισμένος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εξοργισμένος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εξορίζω στα ισλανδικά - relegate
  • εξοργίζω στα ισλανδικά - espa, exasperate
  • εξορκίζω στα ισλανδικά - exorcize
  • εξουσία στα ισλανδικά - heimild, vald, kraftur, máttur, völd, afl, orku
Τυχαίες λέξεις
Εξοργισμένος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: trylltur, reiður, brjálaður