Παλαιός στα γαλλικά
Μετάφραση: παλαιός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ancien, âgé, usagé, vieux, précédent, vieille, ancienne, vieil
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλαιός
παλαιός άγιος αθανάσιος καιρός, παλαιός αιγιαλός, παλαιός άγιος αθανάσιος, παλιός φούρνος βόλος, παλαιός των ημερών, παλαιός λεξικό γλώσσας γαλλικά, παλαιός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- παλαιοντολόγος στα γαλλικά - paléontologiste, paléontologue, le paléontologue, paléontologue de, le paléontologiste
- παλαιστής στα γαλλικά - athlète, champion, lutteur, combattant, militant, catcheur, lutteur de, ...
- παλεύω στα γαλλικά - empoigner, saisir, capturer, appréhender, combattre, lutte, bataille, ...
- παλιάνθρωπος στα γαλλικά - canaille, bâcler, crapule, vaurien, pleutre, salaud, coquin, ...
Τυχαίες λέξεις
Παλαιός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: ancien, âgé, usagé, vieux, précédent, vieille, ancienne, vieil
Μεταφράσεις: ancien, âgé, usagé, vieux, précédent, vieille, ancienne, vieil