Παλαιός στα ιταλικά
Μετάφραση: παλαιός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
antico, vecchio, anziano, vecchia, vecchi, antica
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλαιός
παλαιός άγιος αθανάσιος καιρός, παλαιός αιγιαλός, παλαιός άγιος αθανάσιος, παλιός φούρνος βόλος, παλαιός των ημερών, παλαιός λεξικό γλώσσας ιταλικά, παλαιός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- παλαιοντολόγος στα ιταλικά - paleontologo, paleontologist, il paleontologo, paleontologa, paleontologi
- παλαιστής στα ιταλικά - lottatore, wrestler, lottatore di, lottatrice
- παλεύω στα ιταλικά - lottare, lotta, combattimento, battaglia, combattere, di lotta
- παλιάνθρωπος στα ιταλικά - mascalzone, furfante, briccone, farabutto, puzzola, moffetta, Skunk, ...
Τυχαίες λέξεις
Παλαιός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: antico, vecchio, anziano, vecchia, vecchi, antica
Μεταφράσεις: antico, vecchio, anziano, vecchia, vecchi, antica