Παλαιός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: παλαιός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стары, старый, старая
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλαιός
παλαιός άγιος αθανάσιος καιρός, παλαιός αιγιαλός, παλαιός άγιος αθανάσιος, παλιός φούρνος βόλος, παλαιός των ημερών, παλαιός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, παλαιός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- παλαιοντολόγος στα λευκορωσικά - палеантолаг, палеантолага
- παλαιστής στα λευκορωσικά - змагар, барацьбіт, барэц, змагарка
- παλεύω στα λευκορωσικά - барацьба, дужанне, змаганне, борьба
- παλιάνθρωπος στα λευκορωσικά - скунс, скунс знiшчае
Τυχαίες λέξεις
Παλαιός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: стары, старый, старая
Μεταφράσεις: стары, старый, старая