Προηγούμενο στα γαλλικά
Μετάφραση: προηγούμενο, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
précédent, antérieur, préalables, précédents, jurisprudence, préalable
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προηγούμενο
δικαστικό προηγούμενο, προηγούμενο στα αγγλικα, προηγούμενο μικτό υπόλοιπο, νομικό προηγούμενο, νομολογιακό προηγούμενο, προηγούμενο λεξικό γλώσσας γαλλικά, προηγούμενο στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- προηγούμαι στα γαλλικά - précédent, précédons, devancer, avance, dépasser, précédez, précéder, ...
- προηγούμενα στα γαλλικά - antérieurement, autrefois, précédemment, auparavant, précédent, précédente, antérieure, ...
- προηγούμενος στα γαλλικά - anticipé, précédent, ancêtre, précoce, antécédent, préalable, d'avant, ...
- προθάλαμος στα γαλλικά - antichambre, vestibule, hall, attente, halle, salle, entrée, ...
Τυχαίες λέξεις
Προηγούμενο στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: précédent, antérieur, préalables, précédents, jurisprudence, préalable
Μεταφράσεις: précédent, antérieur, préalables, précédents, jurisprudence, préalable