Προηγούμενο στα δανικά

Μετάφραση: προηγούμενο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
præcedens, fortilfælde, retspraksis, danne præcedens
Προηγούμενο στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προηγούμενο

δικαστικό προηγούμενο, προηγούμενο στα αγγλικα, προηγούμενο μικτό υπόλοιπο, νομικό προηγούμενο, νομολογιακό προηγούμενο, προηγούμενο λεξικό γλώσσας δανικά, προηγούμενο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • προηγούμαι στα δανικά - forud, forud for, gå forud, gå forud for, går forud
  • προηγούμενα στα δανικά - forhen, tidligere, forrige, foregående, forudgående, sidste
  • προηγούμενος στα δανικά - forbigangen, tidligere, forrige, foregående, forudgående, sidste
  • προθάλαμος στα δανικά - foyer, hall, sal, Vestibule, forhal, forhallen, vestibulen, ...
Τυχαίες λέξεις
Προηγούμενο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: præcedens, fortilfælde, retspraksis, danne præcedens