Προηγούμενο στα ρωσικά
Μετάφραση: προηγούμενο, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
прецедент, прецедентом, прецедента, прецедентов
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προηγούμενο
δικαστικό προηγούμενο, προηγούμενο στα αγγλικα, προηγούμενο μικτό υπόλοιπο, νομικό προηγούμενο, νομολογιακό προηγούμενο, προηγούμενο λεξικό γλώσσας ρωσικά, προηγούμενο στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- προηγούμαι στα ρωσικά - превосходить, превзойти, предпосылать, предшествовать, предшествуют, предшествует, предварять, ...
- προηγούμενα στα ρωσικά - ранее, предварительно, заранее, предыдущий, Предыдущая, Предыдущее, предыдущего, ...
- προηγούμενος στα ρωσικά - антецедент, преждевременный, предшествующий, предварительный, условие, предыдущий, предок, ...
- προθάλαμος στα ρωσικά - зал, группа, тамбур, прихожая, передняя, приемная, коридор, ...
Τυχαίες λέξεις
Προηγούμενο στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: прецедент, прецедентом, прецедента, прецедентов
Μεταφράσεις: прецедент, прецедентом, прецедента, прецедентов