Προηγούμενο στα ιταλικά
Μετάφραση: προηγούμενο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
precedente, precedenti, sospensive, un precedente
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προηγούμενο
δικαστικό προηγούμενο, προηγούμενο στα αγγλικα, προηγούμενο μικτό υπόλοιπο, νομικό προηγούμενο, νομολογιακό προηγούμενο, προηγούμενο λεξικό γλώσσας ιταλικά, προηγούμενο στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- προηγούμαι στα ιταλικά - precedere, precederà, precedono, precede, precedere la
- προηγούμενα στα ιταλικά - prima, precedentemente, precedente, precedenti, previous, indietro
- προηγούμενος στα ιταλικά - precedente, antenato, antecedente, progenitore, precedenti, previous, indietro
- προθάλαμος στα ιταλικά - atrio, anticamera, vestibolo, disimpegno
Τυχαίες λέξεις
Προηγούμενο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: precedente, precedenti, sospensive, un precedente
Μεταφράσεις: precedente, precedenti, sospensive, un precedente