Προηγούμενο στα γερμανικά

Μετάφραση: προηγούμενο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
präjudiz, präzedenzfall, Präzedenzfall, aufschiebenden, Vorbild, Präzedenzfälle
Προηγούμενο στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προηγούμενο

δικαστικό προηγούμενο, προηγούμενο στα αγγλικα, προηγούμενο μικτό υπόλοιπο, νομικό προηγούμενο, νομολογιακό προηγούμενο, προηγούμενο λεξικό γλώσσας γερμανικά, προηγούμενο στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • προηγούμαι στα γερμανικά - vorausgehen, vorangehen, vorhergehen
  • προηγούμενα στα γερμανικά - vorher, ehemals, früher, vorherigen, vorherige, früheren, vorhergehenden
  • προηγούμενος στα γερμανικά - vorig, vorherige, vorhergehend, vorher, vorzeitig, ahne, vorfahr, ...
  • προθάλαμος στα γερμανικά - interessengruppe, vorraum, halle, diele, vorhalle, vestibül, empfangshalle, ...
Τυχαίες λέξεις
Προηγούμενο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: präjudiz, präzedenzfall, Präzedenzfall, aufschiebenden, Vorbild, Präzedenzfälle