Εσπευσμένος στα γερμανικά
Μετάφραση: εσπευσμένος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
übereilt, voreilig, eilfertig, eilig, hastig, eilte, eiligen, eilige
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εσπευσμένος
εσπευσμένος λεξικό γλώσσας γερμανικά, εσπευσμένος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- εσοχή στα γερμανικά - nische, schlupfwinkel, ecke, Nische, Pause, Ausnehmung, Aussparung, ...
- εσπερινός στα γερμανικά - Abendandacht, evensong, Abendlied, Andacht
- εστία στα γερμανικά - fokus, schwerpunkt, bildschärfe, brennpunkt, Feuerstelle, Herd, Kamin, ...
- εστιατόριο στα γερμανικά - restaurant, gaststätte, speiselokal, gasthaus, gastwirtschaft, Restaurant
Τυχαίες λέξεις
Εσπευσμένος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: übereilt, voreilig, eilfertig, eilig, hastig, eilte, eiligen, eilige
Μεταφράσεις: übereilt, voreilig, eilfertig, eilig, hastig, eilte, eiligen, eilige