Εσπευσμένος στα ρουμανικά

Μετάφραση: εσπευσμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
grăbit, grabit, grabita, grăbită
Εσπευσμένος στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εσπευσμένος

εσπευσμένος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, εσπευσμένος στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • εσοχή στα ρουμανικά - colţ, cavitate, locaș, adâncitură, degajare, nișă
  • εσπερινός στα ρουμανικά - vecernie, slujbă de seară
  • εστία στα ρουμανικά - focar, vatră, vatra, vetrei, cu vatră, vetre
  • εστιατόριο στα ρουμανικά - restaurant, restaurantul, restaurante, găsește restaurant
Τυχαίες λέξεις
Εσπευσμένος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: grăbit, grabit, grabita, grăbită