Ετοιμόρροπος στα γερμανικά

Μετάφραση: ετοιμόρροπος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hilflose, hilfloser, verlassen, ausgestoßene, ausgestoßener, baufällig, baufälligen, marode, baufällige, maroden
Ετοιμόρροπος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ετοιμόρροπος

ετοιμόρροπος αγγλικά, ετοιμόρροπος συνωνυμα, ετοιμόρροπος λεξικό γλώσσας γερμανικά, ετοιμόρροπος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ετικέτα στα γερμανικά - aufkleber, marke, kennung, schild, kennsatz, schildchen, kennzeichnen, ...
  • ετοιμασία στα γερμανικά - ausgestaltung, einteilung, disposition, einrichtung, anlage, vereinbarung, planung, ...
  • ετοιμότητα στα γερμανικά - wachsamkeit, Bereitschaft, bereit, die Bereitschaft
  • ετυμηγορία στα γερμανικά - spruch, urteilsspruch, Urteil, Urteilsspruch, Verdikt
Τυχαίες λέξεις
Ετοιμόρροπος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: hilflose, hilfloser, verlassen, ausgestoßene, ausgestoßener, baufällig, baufälligen, marode, baufällige, maroden