Ετοιμόρροπος στα σουηδικά
Μετάφραση: ετοιμόρροπος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ramshackle, skraltiga, fallfärdiga, fallfärdig, fallfärdigt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ετοιμόρροπος
ετοιμόρροπος αγγλικά, ετοιμόρροπος συνωνυμα, ετοιμόρροπος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ετοιμόρροπος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ετικέτα στα σουηδικά - tagg, taggen, etiketten, etikett
- ετοιμασία στα σουηδικά - avtal, anstalt, beredning, preparat, förberedelse, beredningen, preparatet
- ετοιμότητα στα σουηδικά - beredskap, beredvillighet, beredd, beredskapen
- ετυμηγορία στα σουηδικά - dom, domen, Bedömning, utslag, utlåtande
Τυχαίες λέξεις
Ετοιμόρροπος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ramshackle, skraltiga, fallfärdiga, fallfärdig, fallfärdigt
Μεταφράσεις: ramshackle, skraltiga, fallfärdiga, fallfärdig, fallfärdigt