Ετοιμόρροπος στα δανικά
Μετάφραση: ετοιμόρροπος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
faldefærdige, faldefærdig, brøstfældig, vakkelvorne, haltende
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ετοιμόρροπος
ετοιμόρροπος αγγλικά, ετοιμόρροπος συνωνυμα, ετοιμόρροπος λεξικό γλώσσας δανικά, ετοιμόρροπος στα δανικά
Μεταφράσεις
- ετικέτα στα δανικά - tag, mærke, mærket, kode
- ετοιμασία στα δανικά - organisering, indbo, forberedelse, fremstilling, udarbejdelse, forberedelsen, udarbejdelsen
- ετοιμότητα στα δανικά - beredskab, parathed, rede, er rede, parat
- ετυμηγορία στα δανικά - dom, dommen, Bedømmelse, kendelse
Τυχαίες λέξεις
Ετοιμόρροπος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: faldefærdige, faldefærdig, brøstfældig, vakkelvorne, haltende
Μεταφράσεις: faldefærdige, faldefærdig, brøstfældig, vakkelvorne, haltende