Ετοιμόρροπος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ετοιμόρροπος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
кревкиот, трошен, разурнувачки, трошни, разнебитена
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ετοιμόρροπος
ετοιμόρροπος αγγλικά, ετοιμόρροπος συνωνυμα, ετοιμόρροπος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ετοιμόρροπος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ετικέτα στα σλαβομακεδονικά - таг, ознака, тагот, маркер, етикетата
- ετοιμασία στα σλαβομακεδονικά - подготовка, изработка, подготвување, изготвување, подготовката
- ετοιμότητα στα σλαβομακεδονικά - подготвеност, готовност, спремност, подготвеноста, подготвеноста на
- ετυμηγορία στα σλαβομακεδονικά - пресудата, пресуда, одлука, пресуда со
Τυχαίες λέξεις
Ετοιμόρροπος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: кревкиот, трошен, разурнувачки, трошни, разнебитена
Μεταφράσεις: кревкиот, трошен, разурнувачки, трошни, разнебитена