Σπιτικό στα γερμανικά
Μετάφραση: σπιτικό, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
privathaushalt, haushalt, familie, selbst gemacht, hausgemachte, hausgemachten, hausgemachtes, hausgemachter
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σπιτικό
σπιτικό έδεσμα, σπιτικό θέρμη, σπιτικο φυστικοβούτυρο, σπιτικό παγωτό βανίλια, σπιτικό πατησίων, σπιτικό λεξικό γλώσσας γερμανικά, σπιτικό στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- σπιρούνι στα γερμανικά - ansporn, sporn, Sporn, Ansporn, Stich, Stirnrad
- σπιρτόζος στα γερμανικά - geistreich, witzig, witzige, originell, geistreiche, witzigen
- σπλήνα στα γερμανικά - ärger, rage, spleen, milz, Milz, der Milz, Milzzellen, ...
- σπογγώδης στα γερμανικά - porös, pilzartig, luftig, schwammig, schwammigen, schwammige, schwammartigen, ...
Τυχαίες λέξεις
Σπιτικό στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: privathaushalt, haushalt, familie, selbst gemacht, hausgemachte, hausgemachten, hausgemachtes, hausgemachter
Μεταφράσεις: privathaushalt, haushalt, familie, selbst gemacht, hausgemachte, hausgemachten, hausgemachtes, hausgemachter