Σπιτικό στα ρωσικά

Μετάφραση: σπιτικό, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
домочадцы, домашний, семья, ферма, хозяйство, домашнее, домашние, домашнего, самодельный
Σπιτικό στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σπιτικό

σπιτικό έδεσμα, σπιτικό θέρμη, σπιτικο φυστικοβούτυρο, σπιτικό παγωτό βανίλια, σπιτικό πατησίων, σπιτικό λεξικό γλώσσας ρωσικά, σπιτικό στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • σπιρούνι στα ρωσικά - отросток, понукать, шпора, побуждать, шпорить, поощрение, отрог, ...
  • σπιρτόζος στα ρωσικά - остроумный, шутливый, остроумным, остроумная, остроумно, остроумен
  • σπλήνα στα ρωσικά - селезенка, селезёнка, хандра, злоба, меланхолия, спелеологический, сплин, ...
  • σπογγώδης στα ρωσικά - ноздреватый, пористый, болотистый, топкий, губчатый, губчатой, губчатая, ...
Τυχαίες λέξεις
Σπιτικό στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: домочадцы, домашний, семья, ферма, хозяйство, домашнее, домашние, домашнего, самодельный