Σπιτικό στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: σπιτικό, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
домашна, рачно изработена, домашно, домашен, домашни
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σπιτικό
σπιτικό έδεσμα, σπιτικό θέρμη, σπιτικο φυστικοβούτυρο, σπιτικό παγωτό βανίλια, σπιτικό πατησίων, σπιτικό λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σπιτικό στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- σπιρούνι στα σλαβομακεδονικά - поттикне, мотив, поттикнат, на поттикне, поттик
- σπιρτόζος στα σλαβομακεδονικά - духовит, духовита, духовити, досетлив, досетливи
- σπλήνα στα σλαβομακεδονικά - слезина, слезината, слезената, слезенката, на слезината
- σπογγώδης στα σλαβομακεδονικά - сунѓерести, сунѓереста, сунѓересто, сунѓерестиот, шуплив
Τυχαίες λέξεις
Σπιτικό στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: домашна, рачно изработена, домашно, домашен, домашни
Μεταφράσεις: домашна, рачно изработена, домашно, домашен, домашни