Επιδόρπιο στα δανικά
Μετάφραση: επιδόρπιο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
dessert, Dessert Restaurantoplysninger, desserten
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδόρπιο
επιδόρπιο με γιαούρτι, επιδόρπιο ζαχαροπλαστείο, επιδόρπιο γιαουρτιού θερμίδες, επιδόρπιο γιαουρτιού ή γιαούρτι, επιδόρπιο ζαχαροπλαστείο λευκωσία, επιδόρπιο λεξικό γλώσσας δανικά, επιδόρπιο στα δανικά
Μεταφράσεις
- επιδοτώ στα δανικά - subsidiere, tilskud, tilskud til, yde støtte, yde tilskud
- επιδρομή στα δανικά - angreb, angribe, raid, razzia, angrebet
- επιδότηση στα δανικά - subsidier, tilskud, støttebeløbet, tilskuddet, støtten
- επιείκεια στα δανικά - overbærenhed, nydelse, forkælelse, aflad, eftergivenhed
Τυχαίες λέξεις
Επιδόρπιο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: dessert, Dessert Restaurantoplysninger, desserten
Μεταφράσεις: dessert, Dessert Restaurantoplysninger, desserten