Επιδόρπιο στα λιθουανικά
Μετάφραση: επιδόρπιο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
desertas, dessert, desertiniai, desertinis
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδόρπιο
επιδόρπιο με γιαούρτι, επιδόρπιο ζαχαροπλαστείο, επιδόρπιο γιαουρτιού θερμίδες, επιδόρπιο γιαουρτιού ή γιαούρτι, επιδόρπιο ζαχαροπλαστείο λευκωσία, επιδόρπιο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επιδόρπιο στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επιδοτώ στα λιθουανικά - subsidijuoti, subsidijas, subsidijuoja, subsidijavimui, subsidijuojamas
- επιδρομή στα λιθουανικά - ataka, užpulti, reidas, antskrydis, antpuolis, užpuolimas, išnaršyti
- επιδότηση στα λιθουανικά - dotacija, subsidija, subsidijos, subsidijų, subsidiją
- επιείκεια στα λιθουανικά - indulgencija, atlaidai, nuolaidžiavimas, pataikavimas, atlaidumas
Τυχαίες λέξεις
Επιδόρπιο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: desertas, dessert, desertiniai, desertinis
Μεταφράσεις: desertas, dessert, desertiniai, desertinis