Επιδόρπιο στα πορτογαλικά
Μετάφραση: επιδόρπιο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sobremesa, dessert, a sobremesa, dessert doce, sobremesas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδόρπιο
επιδόρπιο με γιαούρτι, επιδόρπιο ζαχαροπλαστείο, επιδόρπιο γιαουρτιού θερμίδες, επιδόρπιο γιαουρτιού ή γιαούρτι, επιδόρπιο ζαχαροπλαστείο λευκωσία, επιδόρπιο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επιδόρπιο στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επιδοτώ στα πορτογαλικά - subsidiar, subvencionar, subsidiam, subsidiar a, subsidiar o
- επιδρομή στα πορτογαλικά - ataque, abordar, assaltar, crise, agredir, impugnar, acometer, ...
- επιδότηση στα πορτογαλικά - subvenção, subsídio, subsídios, subsidiar, subvenções, ajuda
- επιείκεια στα πορτογαλικά - indulgência, indulgence, condescendência, satisfação, a indulgência
Τυχαίες λέξεις
Επιδόρπιο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sobremesa, dessert, a sobremesa, dessert doce, sobremesas
Μεταφράσεις: sobremesa, dessert, a sobremesa, dessert doce, sobremesas