Επιδόρπιο στα ολλανδικά

Μετάφραση: επιδόρπιο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
toetje, dessert, toespijs, nagerecht, het dessert, Dessert Restaurantgegevens
Επιδόρπιο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιδόρπιο

επιδόρπιο με γιαούρτι, επιδόρπιο ζαχαροπλαστείο, επιδόρπιο γιαουρτιού θερμίδες, επιδόρπιο γιαουρτιού ή γιαούρτι, επιδόρπιο ζαχαροπλαστείο λευκωσία, επιδόρπιο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, επιδόρπιο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • επιδοτώ στα ολλανδικά - subsidiëren, te subsidiëren, subsidiëring, subsidiëring van, subsidie
  • επιδρομή στα ολλανδικά - vlaag, aangrijpen, offensief, aantasten, aanvallen, aanval, tackelen, ...
  • επιδότηση στα ολλανδικά - subsidie, toelage, stipendium, ondersteuning, steun, subsidies, subsidiebedrag
  • επιείκεια στα ολλανδικά - aflaat, genade, genot, verwennerij, mateloosheid, toegeeflijkheid
Τυχαίες λέξεις
Επιδόρπιο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: toetje, dessert, toespijs, nagerecht, het dessert, Dessert Restaurantgegevens