Επικαλούμαι στα δανικά

Μετάφραση: επικαλούμαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
påberåbe, påberåbe sig, indlede, paaberaabe sig, paaberaabe
Επικαλούμαι στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επικαλούμαι

επικαλούμαι αρχικοι χρονοι, επικαλούμαι ορισμος, επικαλούμαι μετάφραση, επικαλούμαι ανύπαρκτους κινδύνους, επικαλούμαι ετυμολογία, επικαλούμαι λεξικό γλώσσας δανικά, επικαλούμαι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • επικίνδυνα στα δανικά - faretruende, farligt, farlig, farlig måde, på farlig
  • επικίνδυνος στα δανικά - farlig, farlige, farligt, farligste
  • επικαλύπτω στα δανικά - bredte
  • επικείμενος στα δανικά - overhængende, forestående, nært forestående, umiddelbart forestående, umiddelbar
Τυχαίες λέξεις
Επικαλούμαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: påberåbe, påberåbe sig, indlede, paaberaabe sig, paaberaabe