Επικαλούμαι στα ισλανδικά
Μετάφραση: επικαλούμαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ákalla, beita, borið, vísa, borið fyrir sig
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επικαλούμαι
επικαλούμαι αρχικοι χρονοι, επικαλούμαι ορισμος, επικαλούμαι μετάφραση, επικαλούμαι ανύπαρκτους κινδύνους, επικαλούμαι ετυμολογία, επικαλούμαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επικαλούμαι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- επικίνδυνα στα ισλανδικά - hættulega, hættulega mikið, hættulegum
- επικίνδυνος στα ισλανδικά - hættulegur, hættulegt, hættuleg, hættulegri, hættulegar
- επικαλύπτω στα ισλανδικά - overspread
- επικείμενος στα ισλανδικά - yfirvofandi, næsta leiti, á næsta leiti, leiti, dyrum
Τυχαίες λέξεις
Επικαλούμαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ákalla, beita, borið, vísa, borið fyrir sig
Μεταφράσεις: ákalla, beita, borið, vísa, borið fyrir sig